Φωνές, χειρονομίες και φασαρία, γελοία πανώ με συνθήματα και γελοιογραφίες. Στον αέρα πλανάται μια ακαθόριστη μυρωδιά από τσίκνα, εκείνη των πλανόδιων πωλητών που βρήκαν την ευκαιρία να πουλήσουν καλαμπόκια. Θυμάμαι κάπου είχα διαβάσει ότι στην αρχαιότητα
οι πρώτοι πρεσβευτές της διακρατικής ειρήνης ήταν οι έμποροι που υπό καθεστώς ασυλίας μετακινούνταν από την μια εμπόλεμη ζώνη στην άλλη. Ο κόσμος ένθερμος φωνάζει δυνατά '' Να καεί να καεί το μπουρδέλο η Βουλή'', ''Κλέφτες, κλέφτες!'', ''Αλήτες ρουφιάνοι δημοσιογράφοι!" και άλλα συνθήματα, ενώ παράλληλα κάνει χειρονομίες στις κάμερες και προς την Βουλή. Πλατεία Συντάγματος στις 8 το βράδυ.
Είναι η τρίτη φορά απόψε που πηγαίνω στην πλατεία, όχι για να κάτσω πολύ, μα ούτε και για να κάτσω και λίγο. Με δυσπιστία παρατηρώ τριγύρω μου την αναβράζουσα κοινωνική κατάσταση, και σκέπτομαι πώς τελικά μπορούν να αλλάξουν τα πράγματα - αν μπορούν. Στο μυαλό μου έρχονται οι δυο φράσεις που έχουν στιγματίσει την εποχή που διανύουμε. ''Λεφτά υπάρχουν'' και ''μαζί τα φάγαμε''.
Λεφτά υπάρχουν λοιπόν, ή τουλάχιστον υπήρχαν. Πόσο παλιά όμως; Η Ελλάδα όταν εισήλθε στην ΟΝΕ απορρόφησε έναν μεγάλο αριθμό κονδυλίων και κοινοτικών πλαισίων, με σκοπό την ανάπτυξη της οικονομίας, την δημιουργία υποδομών και την θέση προϋποθέσεων για την μακροπρόθεσμη βιώσιμη και πράσινη ανάπτυξη. Άρα , κάποτε στο παρελθόν, έως και αρκετά πρόσφατα μάλιστα, λεφτά πράγματι υπήρξαν. Τί πήγε όμως στραβά; Λανθασμένοι χειρισμοί εκ μέρους της ΕΕ, έλλειψη κρατικής καθοδήγησης και αναπτυξιακής πολιτικής, αλλά και μυωπικά συμφέροντα τόσο των πολιτών όσο και των πολιτικών κατασπατάλησαν όλα αυτά τα χρήματα και άφησαν την Ελλάδα ως κρανίου τόπο: παρηκμασμένη, σε ύφεση, με ένα τεράστιο έλλειμμα.
Κατά μια άποψη, τα λεφτά αυτά μαζί τα φάγαμε. Μαζί; Όλοι μαζί; Ή μήπως...η πλειοψηφία; Ας σκεφτούμε λίγο τα πράγματα λογικά. Εξ' υπαρχής, διεφθαρμένοι πολιτικοί είναι αδύνατο να υπάρξουν σε ένα ιδεώδες, μη διεφθαρμένο κράτος. Αντίθετα, φυσικό περιβάλλον των διεφθαρμένων πολιτευομένων, είναι ένα πελατειακό κράτος , όπου τις ρεμούλες τις πραγματοποιούσαν σε συνεργασία με τεράστιους οικονομικούς και βιομηχανικούς παράγοντες, μεγαλοεργολάβους, συνδικαλιστές, μικρομεσαίους που εξαργύρωναν την ψήφο και την πολιτική τους συνείδηση και σε αντάλλαγμα έπαιρναν μια θεσούλα στο δημόσιο (ώσπου υπερχείλισε και αυτό από ακατάλληλους, ανειδίκευτους, απειράριθμους δημοσίους υπαλλήλους). Τα χρήματα, λοιπόν, σε μεγάλο βαθμό μαζί όλοι τα φάγαμε, αν και το ποσοστό ευθύνης από τον έναν στον άλλο ποικίλλει. Και πόσοι άραγε συνεργοί στο έγκλημα να συμμετείχαν απόψε στην διαμαρτυρία του Συντάγματος, αναρωτιέμαι.
Στο πίσω μέρος του μυαλού μου σκέφτομαι ότι η διεθνής σκηνή παραμένει παγερά αδιάφορη για την διαμαρτυρία των πολιτών. Η Ελλάδα χρωστάει και οφείλει να ξεπληρώσει, σε απλουστευτικούς οικονομικούς όρους. Ακόμη κι αν υποθέσουμε ότι αύριο οι αγανακτισμένοι, οι αναρχικοί, οι δεξιοί, οι αριστεροί, η αντιπολίτευση, οι απολιτίκ ή η οποιαδήποτε άλλη αντίμαχη δύναμη της κυβέρνησης καταφέρει να εκτρέψει την εξουσία και να καταλάβει τα ηνία, τότε και αυτοί θα κληθούν με την σειρά τους να πληρώσουν για το Χρέος. Το αν βέβαια η κυβέρνηση ακολουθεί την ορθότερη οδό για να αντιμετωπίσει την κρίση είναι ένα άλλο ζήτημα...
Αυτό που με δυσαρεστεί στην συγκέντρωση των αγανακτισμένων είναι η οχλοκρατία. Το πλήθος παθιάζεται, φωνάζει, μουτζώνει τους πολιτικούς. Εύκολα στοχοποιεί πρόσωπα και καταστάσεις, και προχωρά σε ακραίες δηλώσεις όπως οι (απαράδεκτες!) κρεμάλες, συνθήματα για το Γουδί, και τοποθετήσεις όπως ''Χρειάζεται μια Χούντα'', ''Στο απόσπασμα όλοι'', ''Θάνατος, κατεβείτε να σας φάμε''. Όμως κανείς δεν στέκεται να αναλογιστεί το ατομικό του μερίδιο ευθύνης, το προσωπικό του πολιτικό κόστος στην κρίση , την δική του υπαιτιότητα.
Ο λόγος για τον οποίο η μάζα με φοβίζει είναι επειδή είναι εύπλαστη σαν πηλός, και μπορεί να αλλάζει ανά πάσα στιγμή. Όσο προχωρούν οι μέρες, η μάζα για να ικανοποιηθεί χρειάζεται όλο και μεγαλύτερες δόσεις εξτρεμισμού, κάτι που εύκολα μπορούν να εκμεταλλευτούν οι απανταχού λαϊκιστές, χειραγωγοί και δημαγωγοί. Εξάλλου, ''τέτοιου είδους κλίμα επικρατούσε , με βεβαιώνει ιστορικός πανεπιστημίου, και λίγο πριν την επικράτηση της Χούντας ή και παλιότερα, στο κίνημα στο Γουδί. Όταν ο πολιτικός κόσμος αδυνατεί να ανταπεξέλθει, ο λαός εξεγείρεται όμως επειδή είναι αδύνατον να αυτοδιοικηθεί στα πλαίσια μιας έμμεσης, αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας, στρέφεται σε δημαγωγούς και μεσσιανιστές που ξέρουν να σαγηνεύουν τα πλήθη. ''
Αυτό πάλι που με ευχαριστεί από την διαμαρτυρία των αγανακτισμένων είναι ότι για πρώτη φορά έγινε δυνατό να συνυπάρξουν στον ίδιο χώρο, υπερκομματικά, υπεριδεολογικά, πέρα από διαφορές και ιδεοληψίες, άτομα που προέρχονται από διαφορετικούς κοινωνικούς χώρους, διαφορετικά επαγγέλματα, ηλικιακές ομάδες, εθνικότητες και επίπεδα. Ενωμένοι, όχι για να διεκδικήσουν, αλλά για να διαμαρτυρηθούν. Γιατί η ''διεκδίκηση'', ενέχει μέσα της το στοιχείο του συμφέροντος, και μόλις τα συμφέροντα κάνουν την εμφάνισή τους, η δυνάμεις αρχίζουν να συγκρούονται. Κι ίσως γι' αυτό οι Αγανακτισμένοι να μην έχουν ακόμη εκδώσει σοβαρά αιτήματα σε ενιαίο κείμενο. Γιατί ο καθένας από αυτούς έχει διαφορετικά αιτήματα, διαφορετικά συμφέροντα και το μόνο που τους ενώνει είναι ένα: η διαμαρτυρία.
Προς τι διαμαρτυρόμαστε λοιπόν; Θέλω να πιστεύω όχι μόνο προς την σημερινή κυβέρνηση, ούτε και προς τις παλαιότερες. Αλλά και σε αυτές που θα έρθουν. Δεν επιθυμούμε να μας κυβερνούν αριθμοί, οικονομικοί αναλυτές, χρέη και δάνεια. Θέλουμε μια πολιτική διακυβέρνηση ικανή να μας παράσχει τα στοιχειώδη ατομικά, πολιτικά και κοινωνικά μας δικαιώματα. Μια εξουσία που δεν θα παίζει με τους νόμους, αλλά θα τους σέβεται και θα τους εφαρμόζει. Μια διοίκηση εξορθολογισμένη που θα αξιοποιήσει το νεανικό κοινό της χώρας, το επιστημονικό της δυναμικό, και με τρόπο δίκαιο και αξιοκρατικό θα απαλλάξει τον κρατικό μηχανισμό από τους ατάλαντους καρεκλοκένταυρους και θα διορίσει άτομα με θέληση και προοπτικές να δημιουργήσουν. Μια πολιτική ζωή που δεν θα περιχαρακώνεται στα στενά κομματικά δόγματα αλλά θα συνεννοείται, θα επικοινωνεί και θα λαμβάνει από κοινού τις πολιτικές αποφάσεις. Η αδυναμία, άλλωστε, των παραδοσιακών κομμάτων να έρθουν σε εθνική συνεννόηση δεν είναι παρά η επισφράγιση του ότι ο παλιός πολιτικός κόσμος είναι ανίκανος να ανταπεξέλθει στις νέες αλλαγές.
Τι θα γίνει λοιπόν; Οι νύχτες είναι έγκυες, λέει ο Edgar Morin, και κανείς δεν ξέρει τι η μέρα θα γεννήσει. Αν έχουμε σήμερα οδηγηθεί σε τέλμα, είναι επειδή κανείς, ούτε οι πολίτες ούτε το Κράτος, μπόρεσε να τηρήσει τους νόμους και το Σύνταγμα και να διατηρήσει το πολιτικό του ήθος. Αυτό που χρειάζεται είναι όλοι μαζί να καταλάβουμε ότι σε μια πολιτική κοινωνία είναι αδύνατον να συνυπάρξουμε αν κανείς δεν σκέφτεται το δημόσιο συμφέρον. Και θεματοφύλακας του δημοσίου συμφέροντος είναι οι νόμοι και το Κράτος που όλοι ανεξαιρέτως πρέπει να εφαρμόσουν για να αποφευχθούν τα χειρότερα. Όταν ο κάθε πολίτης σκέφτεται τον εαυτό του και το κράτος κοιτάζει πως θα σώσει το ίδιο κράτος, η σύγκρουση είναι αναπόφευκτη.
Αν λοιπόν κρατήσουμε κάτι από την διαμαρτυρία στο Σύνταγμα, ας είναι μια απλή ετυμολογία. ''Σύν - ταγμα'' εκ του ''συν - τάσσομαι'', δηλαδή στέκομαι δίπλα, βοηθώ, στηρίζω. Ας βουτήξουν λοιπόν στην θάλασσα όσα ποντίκια εγκαταλείπουν το βυθιζόμενο πλοίο για να σώσουν το τομάρι τους και ας μείνουν επάνω μονάχα όσοι υπεύθυνοι θέλουν να σώσουν το καράβι που λέγεται Ελλάδα, ο ένας πλάι στον άλλο.
Ναυτίλος
οι πρώτοι πρεσβευτές της διακρατικής ειρήνης ήταν οι έμποροι που υπό καθεστώς ασυλίας μετακινούνταν από την μια εμπόλεμη ζώνη στην άλλη. Ο κόσμος ένθερμος φωνάζει δυνατά '' Να καεί να καεί το μπουρδέλο η Βουλή'', ''Κλέφτες, κλέφτες!'', ''Αλήτες ρουφιάνοι δημοσιογράφοι!" και άλλα συνθήματα, ενώ παράλληλα κάνει χειρονομίες στις κάμερες και προς την Βουλή. Πλατεία Συντάγματος στις 8 το βράδυ.
Είναι η τρίτη φορά απόψε που πηγαίνω στην πλατεία, όχι για να κάτσω πολύ, μα ούτε και για να κάτσω και λίγο. Με δυσπιστία παρατηρώ τριγύρω μου την αναβράζουσα κοινωνική κατάσταση, και σκέπτομαι πώς τελικά μπορούν να αλλάξουν τα πράγματα - αν μπορούν. Στο μυαλό μου έρχονται οι δυο φράσεις που έχουν στιγματίσει την εποχή που διανύουμε. ''Λεφτά υπάρχουν'' και ''μαζί τα φάγαμε''.
Λεφτά υπάρχουν λοιπόν, ή τουλάχιστον υπήρχαν. Πόσο παλιά όμως; Η Ελλάδα όταν εισήλθε στην ΟΝΕ απορρόφησε έναν μεγάλο αριθμό κονδυλίων και κοινοτικών πλαισίων, με σκοπό την ανάπτυξη της οικονομίας, την δημιουργία υποδομών και την θέση προϋποθέσεων για την μακροπρόθεσμη βιώσιμη και πράσινη ανάπτυξη. Άρα , κάποτε στο παρελθόν, έως και αρκετά πρόσφατα μάλιστα, λεφτά πράγματι υπήρξαν. Τί πήγε όμως στραβά; Λανθασμένοι χειρισμοί εκ μέρους της ΕΕ, έλλειψη κρατικής καθοδήγησης και αναπτυξιακής πολιτικής, αλλά και μυωπικά συμφέροντα τόσο των πολιτών όσο και των πολιτικών κατασπατάλησαν όλα αυτά τα χρήματα και άφησαν την Ελλάδα ως κρανίου τόπο: παρηκμασμένη, σε ύφεση, με ένα τεράστιο έλλειμμα.
Κατά μια άποψη, τα λεφτά αυτά μαζί τα φάγαμε. Μαζί; Όλοι μαζί; Ή μήπως...η πλειοψηφία; Ας σκεφτούμε λίγο τα πράγματα λογικά. Εξ' υπαρχής, διεφθαρμένοι πολιτικοί είναι αδύνατο να υπάρξουν σε ένα ιδεώδες, μη διεφθαρμένο κράτος. Αντίθετα, φυσικό περιβάλλον των διεφθαρμένων πολιτευομένων, είναι ένα πελατειακό κράτος , όπου τις ρεμούλες τις πραγματοποιούσαν σε συνεργασία με τεράστιους οικονομικούς και βιομηχανικούς παράγοντες, μεγαλοεργολάβους, συνδικαλιστές, μικρομεσαίους που εξαργύρωναν την ψήφο και την πολιτική τους συνείδηση και σε αντάλλαγμα έπαιρναν μια θεσούλα στο δημόσιο (ώσπου υπερχείλισε και αυτό από ακατάλληλους, ανειδίκευτους, απειράριθμους δημοσίους υπαλλήλους). Τα χρήματα, λοιπόν, σε μεγάλο βαθμό μαζί όλοι τα φάγαμε, αν και το ποσοστό ευθύνης από τον έναν στον άλλο ποικίλλει. Και πόσοι άραγε συνεργοί στο έγκλημα να συμμετείχαν απόψε στην διαμαρτυρία του Συντάγματος, αναρωτιέμαι.
Στο πίσω μέρος του μυαλού μου σκέφτομαι ότι η διεθνής σκηνή παραμένει παγερά αδιάφορη για την διαμαρτυρία των πολιτών. Η Ελλάδα χρωστάει και οφείλει να ξεπληρώσει, σε απλουστευτικούς οικονομικούς όρους. Ακόμη κι αν υποθέσουμε ότι αύριο οι αγανακτισμένοι, οι αναρχικοί, οι δεξιοί, οι αριστεροί, η αντιπολίτευση, οι απολιτίκ ή η οποιαδήποτε άλλη αντίμαχη δύναμη της κυβέρνησης καταφέρει να εκτρέψει την εξουσία και να καταλάβει τα ηνία, τότε και αυτοί θα κληθούν με την σειρά τους να πληρώσουν για το Χρέος. Το αν βέβαια η κυβέρνηση ακολουθεί την ορθότερη οδό για να αντιμετωπίσει την κρίση είναι ένα άλλο ζήτημα...
Αυτό που με δυσαρεστεί στην συγκέντρωση των αγανακτισμένων είναι η οχλοκρατία. Το πλήθος παθιάζεται, φωνάζει, μουτζώνει τους πολιτικούς. Εύκολα στοχοποιεί πρόσωπα και καταστάσεις, και προχωρά σε ακραίες δηλώσεις όπως οι (απαράδεκτες!) κρεμάλες, συνθήματα για το Γουδί, και τοποθετήσεις όπως ''Χρειάζεται μια Χούντα'', ''Στο απόσπασμα όλοι'', ''Θάνατος, κατεβείτε να σας φάμε''. Όμως κανείς δεν στέκεται να αναλογιστεί το ατομικό του μερίδιο ευθύνης, το προσωπικό του πολιτικό κόστος στην κρίση , την δική του υπαιτιότητα.
Ο λόγος για τον οποίο η μάζα με φοβίζει είναι επειδή είναι εύπλαστη σαν πηλός, και μπορεί να αλλάζει ανά πάσα στιγμή. Όσο προχωρούν οι μέρες, η μάζα για να ικανοποιηθεί χρειάζεται όλο και μεγαλύτερες δόσεις εξτρεμισμού, κάτι που εύκολα μπορούν να εκμεταλλευτούν οι απανταχού λαϊκιστές, χειραγωγοί και δημαγωγοί. Εξάλλου, ''τέτοιου είδους κλίμα επικρατούσε , με βεβαιώνει ιστορικός πανεπιστημίου, και λίγο πριν την επικράτηση της Χούντας ή και παλιότερα, στο κίνημα στο Γουδί. Όταν ο πολιτικός κόσμος αδυνατεί να ανταπεξέλθει, ο λαός εξεγείρεται όμως επειδή είναι αδύνατον να αυτοδιοικηθεί στα πλαίσια μιας έμμεσης, αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας, στρέφεται σε δημαγωγούς και μεσσιανιστές που ξέρουν να σαγηνεύουν τα πλήθη. ''
Αυτό πάλι που με ευχαριστεί από την διαμαρτυρία των αγανακτισμένων είναι ότι για πρώτη φορά έγινε δυνατό να συνυπάρξουν στον ίδιο χώρο, υπερκομματικά, υπεριδεολογικά, πέρα από διαφορές και ιδεοληψίες, άτομα που προέρχονται από διαφορετικούς κοινωνικούς χώρους, διαφορετικά επαγγέλματα, ηλικιακές ομάδες, εθνικότητες και επίπεδα. Ενωμένοι, όχι για να διεκδικήσουν, αλλά για να διαμαρτυρηθούν. Γιατί η ''διεκδίκηση'', ενέχει μέσα της το στοιχείο του συμφέροντος, και μόλις τα συμφέροντα κάνουν την εμφάνισή τους, η δυνάμεις αρχίζουν να συγκρούονται. Κι ίσως γι' αυτό οι Αγανακτισμένοι να μην έχουν ακόμη εκδώσει σοβαρά αιτήματα σε ενιαίο κείμενο. Γιατί ο καθένας από αυτούς έχει διαφορετικά αιτήματα, διαφορετικά συμφέροντα και το μόνο που τους ενώνει είναι ένα: η διαμαρτυρία.
Προς τι διαμαρτυρόμαστε λοιπόν; Θέλω να πιστεύω όχι μόνο προς την σημερινή κυβέρνηση, ούτε και προς τις παλαιότερες. Αλλά και σε αυτές που θα έρθουν. Δεν επιθυμούμε να μας κυβερνούν αριθμοί, οικονομικοί αναλυτές, χρέη και δάνεια. Θέλουμε μια πολιτική διακυβέρνηση ικανή να μας παράσχει τα στοιχειώδη ατομικά, πολιτικά και κοινωνικά μας δικαιώματα. Μια εξουσία που δεν θα παίζει με τους νόμους, αλλά θα τους σέβεται και θα τους εφαρμόζει. Μια διοίκηση εξορθολογισμένη που θα αξιοποιήσει το νεανικό κοινό της χώρας, το επιστημονικό της δυναμικό, και με τρόπο δίκαιο και αξιοκρατικό θα απαλλάξει τον κρατικό μηχανισμό από τους ατάλαντους καρεκλοκένταυρους και θα διορίσει άτομα με θέληση και προοπτικές να δημιουργήσουν. Μια πολιτική ζωή που δεν θα περιχαρακώνεται στα στενά κομματικά δόγματα αλλά θα συνεννοείται, θα επικοινωνεί και θα λαμβάνει από κοινού τις πολιτικές αποφάσεις. Η αδυναμία, άλλωστε, των παραδοσιακών κομμάτων να έρθουν σε εθνική συνεννόηση δεν είναι παρά η επισφράγιση του ότι ο παλιός πολιτικός κόσμος είναι ανίκανος να ανταπεξέλθει στις νέες αλλαγές.
Τι θα γίνει λοιπόν; Οι νύχτες είναι έγκυες, λέει ο Edgar Morin, και κανείς δεν ξέρει τι η μέρα θα γεννήσει. Αν έχουμε σήμερα οδηγηθεί σε τέλμα, είναι επειδή κανείς, ούτε οι πολίτες ούτε το Κράτος, μπόρεσε να τηρήσει τους νόμους και το Σύνταγμα και να διατηρήσει το πολιτικό του ήθος. Αυτό που χρειάζεται είναι όλοι μαζί να καταλάβουμε ότι σε μια πολιτική κοινωνία είναι αδύνατον να συνυπάρξουμε αν κανείς δεν σκέφτεται το δημόσιο συμφέρον. Και θεματοφύλακας του δημοσίου συμφέροντος είναι οι νόμοι και το Κράτος που όλοι ανεξαιρέτως πρέπει να εφαρμόσουν για να αποφευχθούν τα χειρότερα. Όταν ο κάθε πολίτης σκέφτεται τον εαυτό του και το κράτος κοιτάζει πως θα σώσει το ίδιο κράτος, η σύγκρουση είναι αναπόφευκτη.
Αν λοιπόν κρατήσουμε κάτι από την διαμαρτυρία στο Σύνταγμα, ας είναι μια απλή ετυμολογία. ''Σύν - ταγμα'' εκ του ''συν - τάσσομαι'', δηλαδή στέκομαι δίπλα, βοηθώ, στηρίζω. Ας βουτήξουν λοιπόν στην θάλασσα όσα ποντίκια εγκαταλείπουν το βυθιζόμενο πλοίο για να σώσουν το τομάρι τους και ας μείνουν επάνω μονάχα όσοι υπεύθυνοι θέλουν να σώσουν το καράβι που λέγεται Ελλάδα, ο ένας πλάι στον άλλο.
Ναυτίλος
0 σχόλια: