Έβαλα ταινία. Καζαμπλάνκα. Μυθική με ατελείωτους σακατεμένους έρωτες. Θα την κοίταζα αλλά χθες, ήταν μια μεγάλη νύχτα που άκουσα πολλά πουλιά. Κάποτε ξύπναγα χαράματα, όταν διάβαζα και ήθελα να πάρω δρόμο, ξύπναγα στις 6 κάθε μέρα και τα βράδυα έπινα ποτά και σκεφτόμουν πάντα το μέλλον.
Σκέφτηκα το μέλλον τόσο πολύ που με προσπέρασε και έγινα άνθρωπος μόνο με παρόν.
Το παρελθόν το έκαψα στα δύσκολα.
Καιει ακόμα μια φωτιά που μου κάνει εγκάυματα και κάνω πως δεν τρέχει…
«Μακρυά από τη λοιμική της πολιτείας, ονειρεύτηκα στο πλάι της μιαν ερημιά όπου το δάκρυ να μην έχει νόημα και η μόνη φωτιά να είναι αυτή που θα κατατρώει όλα μου τα υπάρχοντα…»
Με γάμησαν οι ποιητές και οι φανταστικοί μου άνθρωποι. Μου το πες ακόμη και συ που δεν ήξερες να γράφεις ούτε το όνομά σου.
Σκέφτηκα το μέλλον τόσο πολύ που με προσπέρασε και έγινα άνθρωπος μόνο με παρόν.
Το παρελθόν το έκαψα στα δύσκολα.
Καιει ακόμα μια φωτιά που μου κάνει εγκάυματα και κάνω πως δεν τρέχει…
«Μακρυά από τη λοιμική της πολιτείας, ονειρεύτηκα στο πλάι της μιαν ερημιά όπου το δάκρυ να μην έχει νόημα και η μόνη φωτιά να είναι αυτή που θα κατατρώει όλα μου τα υπάρχοντα…»
Με γάμησαν οι ποιητές και οι φανταστικοί μου άνθρωποι. Μου το πες ακόμη και συ που δεν ήξερες να γράφεις ούτε το όνομά σου.
0 σχόλια: